υποξανθίνη

υποξανθίνη
η, Ν
(βιοχ.)
1. αζωτούχα δικυκλική ένωση, πουρινική βάση που είναι σκόνη λευκού ή κρεμώδους χρώματος και η οποία παρασκευάζεται με αναγωγή τού ουρικού οξέος και χρησιμοποιείται κυρίως σε βιοχημικές έρευνες·2. φρ. «ριβοζίτης υποξανθίνης» ή «ριβοζονουκλεαζίτης υποξανθίνης»
(βιοχ.) άλλη ονομασία τής ινοσίνης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hypoxanthine < ὑπ(ο)-* + ξανθίνη (< ξανθός). Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στον Ιω. Τρικαλιανό].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”